σώνομαι

σώνομαι
σώνομαι, σώθηκα, σω(σ)μένος βλ. πίν. 4 (και ως απρόσ. σώνει)
——————
Σημειώσεις:
σώνω, σώνομαι : εκτός από την έννοια του σώζω, έχει και τις έννοιες εξαντλώ, τελειώνω κάτι ή προφταίνω, προλαβαίνω να κάνω κάτι.
Με αυτές τις σημασίες συνήθως απαντάται και η μτχ. σωμένος.
Το απρόσ. σώνει φτάνει, αρκεί.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • προστελεύω — και προφτελεύω Ν διαρκώ, διατηρούμαι («δεν τού προστελεύει τίποτε»). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + τελεύω «τελειώνω σώνομαι» και ως μεταβατικό «εξαντλώ»] …   Dictionary of Greek

  • τελειώνω — τελειῶ, όω, ΝΜΑ, και τελεῶ Α [τέλειος] φέρνω εις πέρας, περατώνω, συμπληρώνω, ολοκληρώνω κάτι (α. «τελείωσε τις σπουδές του στο εξωτερικό» β. «τελειώσω αὐτοῡ τὸ ἔργον», ΚΔ γ. «τελειώσαντες τὰς σπονδάς», Θουκ.) νεοελλ. 1. (μτβ.) καταναλώνω εξ… …   Dictionary of Greek

  • τελεύω — Ν [τέλος] 1. τελειώνω, αποπερατώνω κάτι («τέλεψα νωρίς τις δουλειές μου») 2. (αμτβ.) α) τελειώνω, σώνομαι, εξαντλούμαι («μάς τέλεψαν τα χρήματα») β) μτφ. πεθαίνω («τέλεψε από τα βάσανα και τις ταλαιπωρίες») …   Dictionary of Greek

  • υπολείπω — ὑπολείπω ΝΜΑ [λείπω] 1. αφήνω κάτι ως υπόλειμμα, αφήνω υπόλειμμα 2. (το μεσ.) υπολείπομαι α) μένω ως υπόλοιπο, ως περίσσευμα, απομένω (α. «υπολείπονται δύο δόσεις ακόμη» β. «πέμπτον δ ὑπελείπετ ἄεθλον», Ομ. Ιλ.) β) (μτφ. με γεν.) μένω πίσω,… …   Dictionary of Greek

  • υπολιμπάνω — ΜΑ 1. αφήνω πίσω ως υπόλοιπο, καταλείπω 2. (αμτβ.) εκλείπω, σώνομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + λιμπάνω «λείπω»] …   Dictionary of Greek

  • σώνω — σώνω, έσωσα βλ. πίν. 3 Σημειώσεις: σώνω, σώνομαι : εκτός από την έννοια του σώζω, έχει και τις έννοιες → εξαντλώ, τελειώνω κάτι ή προφταίνω, προλαβαίνω να κάνω κάτι. Με αυτές τις σημασίες συνήθως απαντάται και η μτχ. σωμένος. Το απρόσ. σώνει →… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • τελεύω — τέλεψα, τελεμένος 1. μτβ.,τελειώνω κάτι: Τελεύω το γράψιμο. 2. αμτβ., εξαντλούμαι, σώνομαι, πεθαίνω: Τέλεψαν τα λεφτά. – Τέλεψε από την αρρώστια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”